προκαλουμένας — προκαλουμένᾱς , προκαλέω call forth pres part mp fem acc pl (attic epic doric) προκαλουμένᾱς , προκαλέω call forth pres part mp fem gen sg (doric) προκαλουμένᾱς , προκαλέω call forth fut part mid fem acc pl (attic epic doric) προκαλουμένᾱς ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σείριος — (Αστρον.). Απλανής αστέρας, ο α του Μεγάλου Κυνός, ο λαμπρότερος των απλανών αστέρων με φαινομενικό μέγεθος 1,8. Ανήκει στον τύπο των λευκών αστέρων και απέχει περί τα 8,4 έτη φωτός από τη Γη. Ο Σ. είναι διπλός αστέρας· η ύπαρξη του συνοδού του,… … Dictionary of Greek
νετρίνο — Στοιχειώδες σωματίδιο με μηδενικό φορτίο και μάζα. Ανήκουν στην κατηγορία των λεπτονίων μαζί με το ηλεκτρόνιο, το μιόνιο, το σωματίδιο τ και αντισωμάτια αυτών. Τα ν. ανήκουν επίσης σε μια ευρύτερη ομάδα, αυτή των φερμιονίων τα οποία υπακούουν στη … Dictionary of Greek
καθαρτήριo — Ο υπεργήινος τόπος όπου παραμένουν οι ψυχές για να καθαρθούν πριν εισέλθουν στον παράδεισο,σύμφωνα μετην Καθολική Εκκλησία. Η διδασκαλία για το κ., καθορισμένη και επιβεβλημένη ως αλήθεια πίστης από τις συνόδους Φλωρεντίας και Τριδέντου,… … Dictionary of Greek